Το αναπάντητο προαιώνιο ερώτημα για όσους παίζουν στοίχημα και συνάμα το “holy grail” για τον Bookmaker. Εδώ θα πούμε μερικά “old school” πράγματα, για odds (δηλαδή αποδόσεις) και πιθανότητες και για μια τέχνη που έχει χαθεί: αυτή του oddsmaker, ας τον πούμε εκτιμητή πιθανοτήτων.
ΟΙ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΕΣ
Το πρώτο που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας όσον αφορά το ποδοσφαιρικό στοίχημα (όπως και για κάθε στοίχημα προκαθορισμένης απόδοσης), είναι ότι οι αποδόσεις δεν είναι δίκαιες, αλλά έχουν κρυμμένο μέσα τους έναν μηχανισμό που εγγυάται με μαθηματικό τρόπο το κέρδος του bookmaker.
Με άλλα λόγια στη βασιλόπιττα του μπουκ, είτε κόψει δύο κομμάτια, είτε δύο εκατομμύρια κομμάτια, είναι εξασφαλισμένο ότι το φλουρί θα πέσει στον διοργανωτή. Και το φλουρί στην περίπτωση μας είναι ένα ποσοστό κέρδους που βρίσκεται κρυμμένο στις αποδόσεις κάθε αγώνα και λέγεται γκανιότα.
Ο σκοπός του σημειώματος δεν είναι να κάνουμε θεωρία πιθανοτήτων, αλλά να επικεντρώσουμε στον τρόπο σκέψης που μπορεί να μας οδηγήσει στο ταμείο. Γι’ αυτό και θα αρκεστούμε σε μια πολύ συνοπτική περιγραφή της γκανιότας. Για παράδειγμα εάν ο ΟΠΑΠ προσέφερε στοίχημα για το στρίψιμο του κέρματος πριν την έναρξη ενός αγώνα, δεν θα προσέφερε την απόδοση 2,00 τόσο για την κορώνα όσο και για τα γράμματα (που αντιστοιχεί στο 50%-50%), αλλά θα μείωνε τις αποδόσεις από το 2,00 στο 1,90 για να εξασφαλίσει το κέρδος του, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος.

ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΤΗΣ ΓΚΑΝΙΟΤΑΣ
Με τον ίδιο μηχανισμό σε ένα παιχνίδι πχ Ολυμπιακός – Παρί Σεν Ζερμέν, για την έκβαση του οποίου έχει αξιολογήσει ότι οι πιθανότητες του 1-Χ-2 είναι 30% – 30% – 40% δεν θα προσφέρει το δίκαιο σετ αποδόσεων που αντιστοιχεί στις πιθανότητες 3,33 – 3,33 – 2,50 αλλά ένα «κουτσουρεμένο» σετ, π.χ. 3,10 – 3,25 – 2,35. Αυτό λοιπόν που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι οι αποδόσεις δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε άλλο παρά ποσοστιαίες πιθανότητες με βάση τον απλό τύπο μετατροπής: απόδοση = 1/ πιθανότητα (στο παράδειγμα μας 3,33 = 1/0,3).
Η γκανιότα λοιπόν είναι το θανατηφόρο όπλο των bookmaker, οι οποίοι έχουν a priori την πολυτέλεια να καθορίσουν τους όρους του παιχνιδιού και εφόσον δεν πρόκειται για φιλανθρωπικά ιδρύματα, να τους κόψουν και ράψουν ανάλογα με το περιθώριο κέρδους που προσδοκούν. Ευτυχώς όμως υπάρχει και το αντίδοτο της γκανιότας που μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε τον μπουκ, το περίφημο «value bet».
Από τη στιγμή που γίνονται διαθέσιμες οι αποδόσεις του διοργανωτή, ο παίκτης έχει πλέον και το καρπούζι και το μαχαίρι αλλά και δύο δυνητικά πλεονεκτήματα: α) την πολυτέλεια να ανακαλύψει τυχόν λάθη στις προσφερόμενες αποδόσεις και β) τη δυνατότητα εκμετάλλευσης της κρίσιμης πληροφορίας της τελευταίας στιγμής.
Οι δύο αυτοί παράγοντες αποτελούν τους άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται η λογική του value bet, που δεν είναι τίποτε άλλο από τον περιορισμό των πονταρισμάτων μας σε σημεία για τα οποία η εκτίμηση μας για το αποτέλεσμα υπερφαλαγγίζει την ασφαλιστική, για τον bookmaker. δικλείδα της γκανιότας.
Μια βραδιά στο “Βαθύ Λαρύγγι”
Για παράδειγμα εάν, είτε επειδή στην τελευταία προπόνηση προέκυψε να πέσουν μπουκέτα μεταξύ των παικτών του Ολυμπιακού, είτε γιατί έχουμε έναν ξενιτεμένο θείο στο… Νότιγχαμ, που ξέρει από καλό λάδι και μας ορκίζεται ότι μια βραδιά στην Παμπ “το Βαθύ Λαρύγγι”, άκουσε έναν αδυσώπητο κύριο με εκτόπισμα μεγατόνων και δύο συμπότες καρδαμωμένους…
Να ψιθυρίζει ότι αν δεν πάρει κόκκινη ο… Στόπεριτς, καλύτερα να ψάξει για τσιμεντένια παπούτσια στο νέο Outlet που άνοιξε στους ντόκους του Πόρτο Λεόνε, καταλήξουμε στην εκτίμηση ότι η Παρί Σεν Ζερμέν έχει μάλλον πιθανότητα 80% να κερδίσει μέσα στο Καραϊσκάκη, τότε το 2,20 που μας προσφέρει ο Bookmaker καθίσταται το value bet της χρονιάς, για να μην πούμε του αιώνα!

Η λογική βάση του στοιχήματος έγκειται στο ότι όλη η σχετική γνώση είναι κοινή και διαθέσιμη, τόσο στον μπουκ, όσο και στον παίκτη. Απλά κατά μέσο όρο (δηλαδή σε έναν τυπικό αγώνα και απέναντι στον μέσο παίκτη), ο bookmaker έχει πρόσβαση σε ευρύτερο και ακριβέστερο όγκο πληροφοριών και μαθηματικών δεδομένων/μοντέλων, απλούστατα γιατί αυτή είναι η δουλειά του.
Αυτό όμως δεν αποκλείει την περίπτωση κάποιοι εξειδικευμένοι παίκτες να ξέρουν κάποιες ομάδες καλύτερα από τον μπουκ, ούτε φυσικά την περίπτωση της έγκαιρης εκμετάλλευσης της τρέχουσας ειδησεογραφίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις που έχουμε value bet, στην ουσία έχουμε πετύχει την ανατροπή της γκανιότας, με συνέπεια σε βάθος χρόνου να παίζουμε εμείς κι όχι ο bookmaker για σίγουρο κέρδος.
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΣΤΡΑΠΗΣ
Αυτό λοιπόν που ενδιαφέρει τον σοβαρό παίκτη δεν είναι τα αποτελέσματα ενός ΣΚ ή ενός μεγάλου τουρνουά (οπότε μπορεί και να χάσει), αλλά τι γίνεται συνολικά στο τέλος της χρονιάς, οπότε έχοντας περιορίσει το παιχνίδι του μόνο σε value bets, θα επιτύχει με μαθηματική βεβαιότητα να καρπωθεί την υπεραξία των επιλογών του.
Η ανατροπή βέβαια της γκανιότας είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί σε σημεία «αουτσαϊντερ» καθώς οι bookmaker έχουν την τάση να χαμηλώνουν τις αποδόσεις στα φαβορί σημεία που αναμένεται να συγκεντρωθεί το στοίχημα του μέσου παίκτη με συνέπεια να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις υπεραξίας στις αντίπαλες ομάδες. Τούτο γίνεται πιο έντονο σε δύο κυρίως κατηγορίες περιπτώσεων: I) παραδοσιακές δυνάμεις και ομάδες με μεγάλα ονόματα, II) ομάδες που προέρχονται από σερί θετικών αποτελεσμάτων με συνέπεια να προσελκύσουν την προσοχή του μέσου παίκτη.
Όπως έλεγε παλιά και ο δάσκαλος, η δουλειά του παίκτη είναι να καραδοκεί στο όριο του οφσάιντ. Να είναι οριακά μπροστά από τον μπουκ και να καρπωθεί την αλλαγή της φόρμας, με τον κίνδυνο πάντα να σηκωθεί η σημαία. Σαν τον σπρίντερ στον βατήρα των 100 μέτρων που ακροβατεί μεταξύ του βέλτιστου χρόνου απόκρισης και της άκυρης εκκίνησης…
Στο όριο του Οφσάιντ
Η δουλειά μας είναι να στήνουμε καρτέρια και να χτυπάμε στα μεσοδιαστήματα που αλλάζουν τα δεδομένα και αναδιαμορφώνονται οι τάσεις, καθώς στο στοίχημα βρίσκει σε εντυπωσιακό βαθμό εφαρμογή το φαινόμενο της αστραπής. Με τον ίδιο τρόπο που φτάνει πρώτη στα μάτια μας η λάμψη της αστραπής και ύστερα από λίγο το σάουντρακ της με βροντές και ηχητικά εφέ (καθώς το φως ταξιδεύει με πολλαπλάσια ταχύτητα απ’ τον ήχο), έτσι ταξιδεύουν και τα όψιμα δεδομένα ενός αγώνα προτού ενσωματωθούν στις αποδόσεις των μπούκ.
Με άλλα λόγια ο bookmaker αργεί να «αποκαθηλώσει» τα μεγάλα ονόματα ή τις ομάδες που βρίσκονται σε μεγάλη φόρμα, ακόμη κι όταν υπάρχουν ισχυρές αποχρώσες ενδείξεις εις βάρος τους, είτε ότι η φόρμα τους βρίσκεται σε σημείο καμπής, με συνέπεια να υπάρχουν κενά διαστήματα . Αυτή τη διαφορά φάσης ψάχνει να εντοπίσει και να εκμεταλλευτεί ο σοβαρός παίκτης, αυτή τη χρονική υστέρηση που παρουσιάζεται κατά την ενσωμάτωση των αναθεωρημένων δεδομένων στις αποδόσεις του bookmaker.
Όλα τα λεφτά (κυριολεκτικά) λοιπόν είναι εγρήγορση μας στη βίγλα για τη πρώτη λάμψη της αστραπής. Γιατί όταν πια φτάσει στα αυτιά μας ο ήχος της βροντής το «value» έχει ήδη κάνει φτερά και πλέον είμαστε από χέρι καμμένοι που θα έλεγε κι ο ποιητής…
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΠΑΝΤΑ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ
Η στάθμιση των δεδομένων προς αναγνώριση και αλίευση δυνητικού value (bet) σε έναν αγώνα, αποτελεί ένα κλασσικό πρόβλημα Decision Making, στο οποίο τα κριτήρια δεν είναι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά (π.χ. βάρος φανέλας μιας ομάδας, εξωγενείς παράγοντες). Η επιτυχία του παίκτη εξαρτάται από την έκταση της γνώσης του των ποιοτικών κριτηρίων και στο βαθμό ενσωμάτωσης τους στο (πολυκριτηριακό) μοντέλο με το οποίο παράγει τη λύση, δηλαδή την εκτίμηση πιθανότητας που χρειαζόμαστε σαν μέτρο για την αναγνώριση της στοιχηματικής αξίας (value).
Το πρόβλημα μοιάζει αρκετά με τη διαδικασία επιλογής αγοράς αυτοκινήτου. Ας πούμε ότι θέλουμε να αγοράσουμε ένα καινούριο αυτοκίνητο, ότι έχουμε τρία – τέσσερα υποψήφια μοντέλα και ότι έχουμε καταλήξει στα κριτήρια που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κατά την αξιολόγηση τους, τα οποία έχουν ως εξής: τιμή αγοράς, κατανάλωση βενζίνης, ροπή, τελική ταχύτητα και μεταπωλητική αξία. Έχουμε καταλήξει;
Qualitative vs Quantitative Analysis
Όχι βέβαια καθώς την τελευταία στιγμή μας προστέθηκαν «άνωθεν» δύο πολύ κρίσιμα κριτήρια: αυτό της άνεσης (πολυτέλειας) και της εργονομίας του σαλονιού. Κι αν για την πρώτη ομάδα κριτηρίων η αναγκαία για την σύγκριση παραμετροποίηση είναι εύκολη για σκεφτείτε πως γίνεται να ενσωματωθούν στο μοντέλο παράγοντες όπως η άνεση και η εργονομία; (το χρώμα το αποφασίζει πάντα η γυναίκα μου…)

Ας δούμε λοιπόν επιγραμματικά τα σημαντικότερα κριτήρια/ παράγοντες που επηρεάζουν την έκβαση ενός ματς και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ώστε να καταλήξουμε στη λύση του προβλήματος της επιλογής σημείων που συμφέρει να παιχθούν, δηλαδή σημείων που η εκτίμηση μας για την πιθανότητα επαλήθευσης τους αντιστοιχεί σε απόδοση μικρότερη από του bookmaker.
ΤΑ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
Δυναμικότητα των ομάδων: Αυτή μας δίνει πάντα το μέτρο και καθορίζει το πλαίσιο που μπορούμε να κινηθούμε. Στην ουσία μιλάμε για την ισχύ του κινητήρα κάθε κλαμπ και τι είναι αναμενόμενο να αποδώσει μέσα στο γήπεδο υπό κανονικές συνθήκες. Μιλάμε δηλαδή για ποιότητα και βάθος έμψυχου υλικού, ικανότητες προπονητή σε συνδυασμό με το «άυλο» ειδικό βάρος που μπορεί να συνεπάγεται η φανέλλα μιας ομάδας.
Πραγματική φόρμα ή με άλλα λόγια το Momentum των ομάδων. Φυσικά η φόρμα των ομάδων δεν είναι τα πινακάκια με τα τελευταία έξι ή οκτώ αποτελέσματα τους, όπως έχει επικρατήσει. Η φόρμα εξαρτάται βασικά από την απόδοση της ομάδας και τον τρόπο που ήρθαν τα αποτελέσματα σε συνδυασμό με τη δυναμικότητα και το κίνητρο του αντιπάλου.
Γιατί για παράδειγμα, τέσσερις συνεχόμενες νίκες στο γκολ (με πέτσινο πέναλτι, τυχερό γκολ στο 90΄ή τον τερματοφύλακα καλύτερο παίκτη) επί θεωρητικά υποδεέστερων αντιπάλων, δεν στοιχειοθετούν καλύτερη φόρμα από ότι τρεις άδικες ήττες στις λεπτομέρειες και μιας νίκης με επική ανατροπή στο φινάλε, μιας μικρομεσαίας ομάδας απέναντι σε θεωρητικά καλύτερους αντιπάλους.
Στην ουσία φόρμα σημαίνει καταγραφή της κίνησης και μέσω των δεδομένων, αναγνώριση της μελλοντικής τάσης. Παράλληλα πρέπει να γνωρίζουμε το γενικό κλίμα (π.χ. εάν οι παίκτες γουστάρουν τον προπονητή τους) και να αφουγκραστούμε την ατμόσφαιρα των αποδυτηρίων και πως αντιμετωπίζουν το επόμενο παιχνίδι: με αυτοπεποίθηση ή φόβο, με υπέρμετρο άγχος ή δημιουργικό πείσμα.

ΜΕ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΤΑ ΔΟΝΤΙΑ
Κίνητρο: Προσοχή, κίνητρο δεν σημαίνει, πλησιάζουμε στο τέλος, άρα η αδιάφορη βαθμολογικά ομάδα θα χάσει από αυτή που «καίγεται». Κίνητρο σημαίνει να ξέρουμε ή να έχουμε αποχρώσες ενδείξεις για το αν μια ομάδα θα κατεβεί χαλαρή ή απογοητευμένη ή με το μαχαίρι στα δόντια και παίκτες που το μάτι τους γυαλίζει για νίκη.
Επιπλέον κίνητρο μπορεί να αποτελεί η ρεβάνς μιας βαριάς ήττας στον πρώτο γύρο, ένα τοπικό (ή θρησκευτικοπολιτικό) ντέρμπυ με χρόνια αντιπαλότητα ή ένα γεγονός που λειτουργεί σαν πόλος συσπείρωσης (π.χ. πρόβλημα υγείας προπονητή, ή ρατσιστική συμπεριφορά της αντίπαλης εξέδρας, ή μειωτική αμετροέπεια του αντίπαλου προέδρου)
Στατιστική Ανάλυση: Οι αριθμοί μπορεί να μη λένε πάντα την αλήθεια και πολύ περισσότερο σε ένα άθλημα που ταιριάζει απόλυτα η μνημειώδης φράση του Όσιμ για την «αγοραία» φύση της μπάλας, αλλά αποτελούν χρήσιμο και ανόθευτο από υποκειμενικές αναγνώσεις και συναισθηματισμούς εργαλείο ανάλυσης. Το ντελικάτο πρόβλημα είναι να βρεις ποια στοιχεία είναι αξιοποιήσιμα για κάθε πρωτάθλημα.
Lies, damned lies, and statistics
Για παράδειγμα ο αριθμός των ευκαιριών (άντε και των xGoals για τους πιο μοντέρνους) που παράγει μια ομάδα μπορεί να είναι ένας πολύ αξιόπιστος δείκτης για την Bundesliga, αλλά μάλλον δεν έχει μεγάλη αξία για την Τουρκία. Αντίστοιχα ο αριθμός των φάουλ για ένα πρωτάθλημα σαν του Βελγίου, όπου τελειώνουν αρκετά ματς χωρίς κάρτα έχει σαφώς μεγαλύτερο νόημα από το ίδιο μέγεθος για το πρωτάθλημα Ιταλίας. Αντίστοιχα πάλι, στην Serie A, η παράδοση ενός ζευγαριού και το τι συνέβη τα προηγούμενα χρόνια έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από ότι για ένα ζευγάρι της Premier League.

Ειδικό βάρος και άυλοι παράγοντες (παραδόσεις, έδρες και εθιμικά δεδομένα). Αυτό που λέμε ειδικό βάρος φανέλας έχει τρομακτική σημασία για τις σημαντικότερες ομάδες καθώς αποτελεί αντανάκλαση της καταγραφής του μεγέθους τους, στο συλλογικό υποσυνείδητο λαών ολόκληρων.
Για παράδειγμα ο παίκτης του Παναιτωλικού που πηγαίνει να παίξει στο Καραϊσκάκη, ακόμη κι αν ξέρει περισσότερα κιλά μπάλα απ’ τον προσωπικό του αντίπαλο, ακόμη κι αν έχει οδηγήσει το Παναιτωλικό σε τρεις νίκες σερί, ενώ ο Ολυμπιακός είναι ντεφορμέ με μια νίκη στα τελευταία τέσσερα, θα πατήσει το χορτάρι του φαληρικού σταδίου με έναν υποσυνείδητο, σχεδόν αταβιστικό φόβο και βασικό concept παιχνιδιού, τον περιορισμό του μεγέθους της ήττας.
Θεώρημα Ώθησης – Ορμής
Εδώ βρίσκει απλή εφαρμογή το θεώρημα ώθησης – ορμής που μάθαμε στο γυμνάσιο: ένας ελέφαντας που κινείται με 10 χιλιόμετρα την ώρα έχει 80 φορές μεγαλύτερη ορμή από ένα υπερηχητικό κουνούπι που κινείται (λέμε τώρα) με 1235 χλμ την ώρα. Κάπως έτσι στο ζευγάρι Ολυμπιακός-Λεβαδειακός δεν έχει ιδιαίτερη σημασία κανένας από τους υπόλοιπους παράγοντες. Κάπως έτσι την εικοσαετία που ακολούθησε την απόπειρα «αρπαγής» του Κούδα από τη Θεσσαλονίκη, ο Ολυμπιακός μεταλλασσόταν σε κουνούπι και ο ΠΑΟΚ διατηρούσε ορμή (και μνήμη) ελέφαντα…
Τρέχουσα ειδησεογραφία: Εδώ βάζουμε στο λογαριασμό τις απουσίες αλλά και τις επιστροφές παικτών, την φυσική κατάσταση των ομάδων (π.χ. εάν έπαιξε παράταση σε βαρύ τερέν σε μεσοβδόμαδο ματς), τυχόν αλλαγές προπονητών ή υπόνοιες για επικείμενες αλλαγές, οικονομικά προβλήματα, τυχόν τσακωμούς στις προπονήσεις ή δηλώσεις πρωταγωνιστών που έρχονται να διαταράξουν το κλίμα σε κάποια ομάδα κτλ.

Φυσικά θα πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι η τρέχουσα ειδησεογραφία δεν είναι σε καμιά περίπτωση πανάκεια και θα πρέπει να συνεκτιμάται σε συγκερασμό με όλους τους άλλους παράγοντες. Κάθε στοιχηματικό πεδίο είναι διάσπαρτο από κουφάρια στοιχηματζήδων που στηρίχθηκαν στο ότι μια ίωση έθεσε νοκ άουτ 9 παίκτες της Λίνκολν ή στο ότι η Εστουδιάντες θα κατέβει με τα δεύτερα για να προφυλάξει τους βασικούς ενόψει Λιμπερταδόρες…
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΠΟΤΕ
Μπορεί το ποδοσφαιρικό στοίχημα μοιάζει εύκολο παιχνίδι, αλλά στην πράξη είναι τόσο εύκολο, όσο το να βουτήξεις στη θάλασσα τέλη Νοεμβρίου. Την ψυχρολουσία δεν την γλιτώνεις και θέλει σοβαρή και μακροχρόνια προετοιμασία για να μάθεις να αντέχεις και τελικά να το απολαμβάνεις.
Εξάλλου, το ποδόσφαιρο είναι από τη φύση του τόσο απρόβλεπτο άθλημα που ακόμη κι αν έχεις διαβάσει σωστά τα δεδομένα ενός αγώνα, ακόμη κι αν η αξιολόγηση σου φαίνεται να επαληθεύεται μέσα στο γήπεδο και τον ρου του ματς, αρκεί ένα δυνατό τάκλιν ή μια στραβοκλωτσιά σε ανύποπτο χρόνο για να αλλάξει εντελώς τη ροή ενός ματς και εντέλει να σε φέρει στον κουβά.
Γι’ αυτό πάνω από όλα χρειάζεται στρατιωτική πειθαρχία και προσκόλληση στον ορθολογισμό της αναζήτησης value bet, χωρίς να επιτρέπεις να νοθεύει την κρίση σου το συναίσθημα και η χθεσινή επιτυχία ή αποτυχία. Όπως ο κυνηγός έχει υπομονή με το θήραμα του, έτσι και ο παίκτης πρέπει να γίνει επιλεκτικός και να δαμάσει το θυμικό του. Άλλωστε όπως έλεγε και ο κύριος Γιώργος (Παρασκευάς), «το στοίχημα δεν τελειώνει ποτέ»…